1η εβδομάδα. Σήµερα είµαι µιας εßδοµάδας. Τι χαρά, είµαι µέρος αυτού του Κόσµου!
1 μηνός. Η µαµά µου µε φροντίζει πάρα πολύ. Είναι µια εξαιρετική µητέρα.
2 μηνών. Σήµερα µε χώρισαν από τη µητέρα µου. Ήταν πολύ ανήσυχη όταν µε χαιρετούσε. Ελπίζω η νέα «ανθρώπινη» οικογένειά µου να µε φροντίζει το ίδιο καλά µε τη µαµά µου.
4 μηνών. Έχω µεγαλώσει πολύ γρήγορα, τα πάντα τραßάνε την προσοχή µου. Υπάρχουν παιδιά στο σπίτι και είναι σαν «µικρά αδερφάκια». Παίζουµε πολύ, τραßάνε την ουρά µου κι εγώ τους δίνω µικρές ψεύτικες δαγκωνιές για πλάκα.
5 μηνών.Σήµερα η κυρία µου ήταν πολύ αναστατωµένη επειδή ούρησα µέσα στο σπίτι. Όµως δεν µου είπαν ποτέ πού έπρεπε να το κάνω αυτό. Στεναχωρήθηκα πολύ γι' αυτό!
8 μηνών. Είµαι ένα πολύ χαρούµενο σκυλί! Έχω τη ζεστασιά ενός σπιτιού, αισθάνοµαι τόσο ασφαλής... η «ανθρώπινη» ικογένειά µου µε αγαπάει. Η αυλή είναι όλη δική µου, συχνά, ξεπερνάω τον εαυτό µου, σκάßοντας στο χώµα για να κρύψω το φαγητό. Ποτέ δεν δοκιµάζουν να µου µάθουν τίποτε. Τότε θα πρέπει όλα να πηγαίνουν καλά, όλα αυτά τα πράγµατα που κάνω να είναι εντάξει!
12 μηνών.Σήµερα έγινα ενός έτους. Είµαι ένας ενήλικος σκύλος. Όµως τα αφεντικά µου λένε ότι µεγάλωσα πολύ περισσότερο από ότι περίµεναν. Πόσο υπερήφανοι πρέπει να είναι για µένα!
13 μηνών.Σήµερα µε έδεσαν. Σχεδόν δεν µπορούσα να κουνηθώ, να ßρεθώ σε λίγο ήλιο όταν κρυώνω, ή να ßρω λίγη σκιά όταν ο ήλιος ανεßαίνει ψηλά στον ουρανό. Λένε ότι θα µε επιτηρούν και ότι είµαι αχάριστος. Δεν καταλαßαίνω τίποτε απ' όσα µου συµßαίνουν.
15 μηνών. Όλα έχουν αλλάξει... Με κρατάνε κλειδωµένο στη ßεράντα. Αισθάνοµαι πολύ µόνος. Δεν µε θέλουν πια. Μερικές φορές ξεχνάνε ότι διψάω και πεινάω. Όταν ßρέχει, δεν έχω µια στέγη πάνω από το κεφάλι µου.
16 μηνών. Σήµερα µε έßγαλαν από τη ßεράντα. Ήµουνα σίγουρος ότι η «ανθρώπινη» οικογένειά µου µε είχε συγχωρέσει. Ήµουν τόσο χαρούµενός που χοροπήδαγα από ενθουσιασµό. πίστεψα ότι θα µε πήγαιναν ßόλτα! Κατευθυνθήκαµε προς τον αυτοκινητόδροµο, σταµάτησαν το αυτοκίνητο, άνοιξαν την πόρτα και εγώ ßγήκα έξω, χαρούµενος, θα περνάγαµε τη µέρα µας στην εξοχή. Δεν καταλαßαίνω γιατί έκλεισαν την πόρτα κι έφυγαν. «Ακούστε, περιµένετε!» - γάßγισα. Έτρεξα πίσω από το αυτοκίνητο µε όλη τη δύναµή µου. Η αγωνία µου µεγάλωνε καθώς άρχισα να καταλαßαίνω, µε είχαν εγκαταλείψει!
17 μηνών. Έψαχνα µάταια να ßρω το δρόµο του γυρισμού. Είµαι µόνος και αισθάνοµαι χαµένος. Στις περιπλανήσεις µου, συναντάω µερικούς ανθρώπους µε καλή καρδιά που µε κοιτάνε µε θλίψη µου δίνουν λίγο φαγητό. Τους ευχαριστώ µε τα µάτια µου, από τα ßάθη της ψυχής µου. Εύχοµαι να µε υιοθετούσαν. Θα ήµουνα τόσο πιστός όσο κανένας άλλος σκύλος! Όµως, αυτοί απλά λένε: «καηµένο σκυλάκι, πρέπει να έχει χαθεί»..
18 μηνών.Πριν από µερικές ηµέρες, πέρασα από ένα σχολείο και είδα πολλά παιδιά µικρά και µεγαλύτερα σαν τα «µικρά µου αδερφάκια». Πλησίασα περισσότερο και µια οµάδα από τα µικρότερα παιδιά, γελώντας, µου πέταξαν πολλές πέτρες, για να δούνε «ποιος σηµαδεύει καλύτερα». Μια από αυτές µε χτύπησε στο µάτι και, έκτοτε, δεν µπορώ να δω καθόλου µε αυτό το µάτι.
19 μηνών. Είναι απίστευτο. Όταν είχα καλύτερη όψη, οι άνθρωποι µε λυπόντουσαν. Τώρα είµαι πολύ αδύνατος και αδύναµος και η όψη µου είναι απαίσια. Έχω χάσει το ένα µου µάτι και οι άνθρωποι µε διώχνουν µε τις σκούπες όταν προσπαθώ να ξεκουραστώ σε κάποια σκιά.
20 μηνών.Κινούµαι µε εξαιρετικά µεγάλη δυσκολία. Σήµερα, ενώπροσπαθούσα να περάσω το δρόµο, µε χτύπησε ένα αυτοκίνητο. Βρισκόµουνα στη ζώνη των πεζών για να περάσω το δρόµο, όµως ποτέ δεν θα ξεχάσω το γεµάτο ικανοποίηση ßλέµµα του οδηγού, που έδινε συγχαρητήρια στον εαυτό του που µε πάτησε. Εύχοµαι να µε είχε σκοτώσει! Όµως, απλά µου προκάλεσε εξάρθρωση στα πίσω µου πόδια! Ο πόνος ήταν ανυπόφορος! Τα πόδια µου δεν µε υπακούνε και µόλις µε τεράστια δυσκολία µπόρεσα να συρθώ στο γκαζόν στην άκρη του δρόµου. Επί δέκα µέρες έχω µείνει εκτεθειµένος στον ήλιο που καίει, στη δυνατή ßροχή, στο κρύο, χωρίς φαγητό. Δεν µπορώ πλέον να κουνηθώ Βρίσκοµαι σε ένα πολύ υγρό µέρος, και φαίνεται ότι ακόµη και το τρίχωµά µου µαδάει. Κάποιοι περαστικοί ούτε καν µε προσέχουν, άλλοι λένε: «µην πλησιάζεις». Είµαι σχεδόν αναίσθητος, όµως, µια ελάχιστη δύναµη µε αναγκάζει να ανοίξω τα µάτια µου. Η γλυκύτητα στη φωνή της µε έκανε να αντιδράσω. «Καηµένο µου σκυλάκι, κοίτα πώς σε έχουν αφήσει», έλεγε. Μαζί µε την γυναίκα ήταν ένας άντρας µε λευκή ποδιά που µε ακούµπησε και είπε: «Λυπάµαι, κυρία µου, αλλά αυτός ο σκύλος δεν θα τα καταφέρει. Είναι καλύτερα να τον ßοηθήσουµε να ßγει από αυτόν τον πόνο και τη δυστυχία». Η ευγενική κυρία, µε δάκρυα να τρέχουν στα µάγουλά της, συµφώνησε. Όσο καλύτερα µπορούσα, κούνησα την ουρά µου και την ευχαρίστησα, µε τα µάτια µου, για τη ßοήθειά της να αναπαυθώ ειρηνικά και ήρεµα. Ενώ αισθανόµουν το ελαφρύ τσίµπηµα της ßελόνας, πριν από αυτόν τον µακρύ ύπνο, η τελευταία µου σκέψη ήταν: <<γιατί έπρεπε να γεννηθώ, αφού δεν με ήθελε κανείς?>>
«Στην πορεία της εξέλιξής του προς τον πολιτισµό ο άνθρωπος απέκτησε µια κυρίαρχη θέση πάνω στα πλάσµατα που ζουν γύρω του στο ζωϊκό ßασίλειο. Χωρίς να είναι ικανοποιηµένος από την κυριαρχία του αυτή, ωστόσο, άρχισε να ßάζει ένα κενό µεταξύ της φύσης του και τη φύση των ζώων. Αρνήθηκε την κτήση µιας αιτίας προς αυτά, και στον εαυτό του έθεσε ως σύµßολο µια αθάνατη ψυχή, και αξίωσε µια θεϊκή πτώση η οποία του επέτρεψε να καταστρέψει το δεσµό της κοινωνίας µεταξύ αυτού και του ζωικού ßασιλείου»
[Sigmund Freud]
Αυτή είναι η μυστική μου κρυψώνα. Εδώ λέω αυτά που αισθάνομαι και δεν με νοιάζει τίποτα. Ανοίγω την καρδία και την ψυχή μου. Αυτός είναι ο κόσμος μου......Ο όμορφος κόσμος μου!!!
Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011
Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011
Σαν ήμουνα παιδί ονειρευόμουνα
Σαν ήμουνα παιδί ονειρευόμουνα, τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, ολόκληρη η χρονιά, νόμιζε κανένας είχε συμπτυχθεί το ενδιαφέρον σε εκείνο το μαγευτικό δεκαπενθήμερο των Χριστουγέννων και του Αγίου Βασιλείου. Ο κόσμος δε ζούσε στη σημερινή καταναλωτική κοινωνία. Ήταν ένας κόσμος που έβγαινε από πόλεμο, ζούσε ένα διχασμό, ήταν φτωχός, φοβισμένος, πεινασμένος.
Δεν ξέραμε τότε από γιορτές γενεθλίων, η ζαχαρένια τούρτα και τα κεράκια στη μέση ήταν άγνωστα σε μας. Τόπι βέβαια παίζαμε στα δρομάκια που ήταν ήσυχα, δεν περνούσαν παρά που και που αυτοκίνητα. Παίζαμε τόπι, αλλά το φτιάχναμε εμείς από παλιοκούρελα.
Και βέβαια είχαμε κούκλες. Κούκλες, από παλιόπανα. Κούκλες που κάποια γιαγιά μας είχε φτιάξει. Γιατί, θεέ μου, είχαμε τότε και γιαγιάδες! που μας κανάκευαν, μας πρόσεχαν, μας έφτιαχναν φανταχτερά παιχνίδια και μας έλεγαν παραμύθια.
Και βέβαια εύκολο ήτανε με δυο καλάμια να κάνουμε τσιλίκι, με μια κιμωλία τριμμένη να φτιάξουμε τετράγωνα στον ίσιο δρόμο και να παίξουμε κουτσό, ένα σχοινί μπουγάδας βρισκότανε για να το στριφογυρίζουμε και να το πηδάμε.
Αυτά ήταν τα καθημερινά μας παιχνίδια. Γιατί ο μοναδικός Άγιος Βασίλης θα έφερνε το "έξτρα" να πούμε το ονειρεμένο, το φανταστικό, το δώρο το δικό του. Όταν βλέπαμε ένα κουρντιστό τραινάκι -πού τότε τα ηλεκτρονικά!- μια πολύχρωμη σβούρα, μια πραγματική κούκλα στο μεγάλο μαγαζί και θερμοπαρακαλούσαμε να μας τα αγοράσουν, έλεγαν οι μεγάλοι "Υπομονή, θα 'ρθούνε οι γιορτές". Αναστενάζαμε, μετρούσαμε τους μήνες, πόσοι μας μένουν μέχρι τότε.
Λοιπόν σαν ήμουν παιδί ονειρευόμουνα τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Η ατμόσφαιρα στο σπίτι είχε αλλάξει. Ασπρίσματα, καθαρίσματα, γλυκά φτιαγμένα από τη μητέρα, κουραμπιέδες με το αμύγδαλο που σπάζαμε εμείς τα παιδιά, μελομακάρονα που μπροστά στα μάτια μας πέφταν στο πετιμέζι, μυρουδιές...Νηστεύαμε, δεν τρώγαμε από τα γλυκά που ετοιμάζονταν. Αναμονή και παραμύθι. Γιατί η γιαγιά σαν παραμύθι μας μίλαγε για τα Χριστούγεννα. Κι ήταν μια σκάλα. Κι επάνω στη σκάλα ανεβοκατέβαιναν Άγγελοι. Μεγάλοι Άγγελοι μ' ασημένια φτερά, μικροί Άγγελοι, με μαλλιά σγουρά μεταξένια. Κοιτάζαμε το μικρό αδελφάκι μας, έτσι είχε τα μαλλιά του σγουρά και μεταξένια. Λες να ήταν ένας τοσοδούλης άγγελος. Και τραγουδούσανε και ψέλνανε οι Άγγελοι, συνέχιζε η γιαγιά καθώς πασπάλιζε με άχνη ζάχαρη τους κουραμπιέδες.
Και το άλλο μας έλεγε η γιαγιά :
- Ο Άγιος Βασίλης δουλεύει όλη τη χρονιά με τους μαστόρους του. Νύχτα-μέρα δουλεύει. Φτιάχνει παιχνίδια για να τα δώσει στα παιδιά. Κι όταν κοντεύουν οι μέρες, τα φορτώνει στο έλκηθρο του, βάζει βαθιά-βαθιά το κόκκινο σκουφί του, φοράει τα μεγάλα και ζεστά του γάντια, τις μαύρες γούνινες μπότες του και ξεκινάει. Τάραντοι δώδεκα και δώδεκα κι άλλοι δώδεκα σέρνουν το βαρυφορτωμένο έλκηθρο του. Θυμάμαι και νοσταλγώ. Σήμερα δεν υπάρχουν πια γιαγιάδες αυτού του είδους. Οι γιαγιάδες δεν μένουν μαζί μας, είναι μοντέρνες γιαγιάδες, που δεν ξέρουν να μιλούν για τα Χριστούγεννα, για τον Άη Βασίλη.
Σε πολλά σπίτια δεν κάνουνε πια γλυκά. - Τι να τα κάνεις; Φασαρία είναι. Παίρνεις ένα-δυό κιλά απ' το ζαχαροπλαστείο, ξεμπερδεύεις, στους δρόμους κυκλοφορούν πάρα πολλά αυτοκίνητα, τα παιδιά δεν παίζουν. Βουβά, βλέπουν τηλεόραση.
Τα φύλλα των εφημερίδων μιλούν για Χριστούγεννα, άδεια από Χριστό. Η τηλεόραση έχει χορευτικά σώου και ανόητα νούμερα. Τις γιορτινές μέρες δεν τις λένε καν χριστουγεννιάτικες. Η οικογένεια χωρίζει, δε σμίγει. Οι γονείς πάνε εκδρομή. Τα μεγάλα παιδιά πάνε σε "χριστουγεννιάτικα ρεβεγιόν".
Το λινό τραπεζομάντηλο που έστρωνε η μάνα μου αυτή τη μέρα μένει σαν αντίκα στο συρτάρι. Και η "ειρήνη", μια λέξη-καραμέλα, βρίσκεται ξεκομμένη από τον χορηγό της.
Σέρνεται στους δρόμους, γράφεται σε πλακάτ, γίνεται σύνθημα, γίνεται το "απολεσθέν" αντικείμενο, γίνεται η παραστρατημένη κόρη, η χωρίς γονιούς, το έκθετο. Και ο "ευρών αμοιφθήσεται!"
Και ο Άη Βασίλης ; Εκείνος εξακολουθεί όλη τη χρονιά να φτιάχνει δώρα. Δώρα όμως περίεργα. Δηλαδή, αν κρίνεις από αυτά που γέμισαν την αγορά και τις βιτρίνες, ο Άγιος της αγάπης και της προσφοράς έγινε, ούτε λίγο ούτε πολύ, πολεμοκάπηλος.
Κατασκευάζει τάνκς, στρατιωτάκια, πυραύλους, πιστόλια. Τα πολεμικά παιχνίδια τα χρεώνουμε στον Άη Βασίλη κι αυτός θαρθεί το τελευταίο βράδυ του χρόνου, θα φιλήσει το κάθε παιδί και θα του ψιθυρίσει:
- Καλή χρονιά, παιδί μου! Η ατομική βόμβα που βλέπεις είναι δική σου.
Λοιπόν, σαν ήμουνα παιδί, ονειρευόμουνα, ξύπνια και κοιμισμένη, τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Τώρα θέλω να κλείνω τα μάτια μου και να ονειρεύομαι πως έπαιζα με κείνη την πάνινη μπάλα μου, πως γύριζα για να δω το σωρό με τους άσπρους κουραμπιέδες, να μυρίσω τις ευωδιές που πλημμυρίζουν όλα τα μέρη του σπιτιού, ν' ακούσω τη γιαγιά:
- Κι ήταν μια σκάλα. Μια χρυσή, ολόχρυση σκάλα. Κι επάνω της ανεβοκατέβαιναν Άγγελοι μ' ασημένια φτερά.
Χριστούγεννα με Χριστό ποθώ τώρα να βρω μέσα στα όνειρα μου. Και τον Άη Βασίλη να ετοιμάζει για μένα μια κούκλα.
Να μη μιλά, να μην περπατά, δεν πειράζει. Μια κούκλα που θα χαμογελάει. Μια κούκλα χωρίς το κομμωτήριο της ή τον... φίλο της.
Της Γαλάτειας Γρηγοριάδου-Σουρέλη
Δεν ξέραμε τότε από γιορτές γενεθλίων, η ζαχαρένια τούρτα και τα κεράκια στη μέση ήταν άγνωστα σε μας. Τόπι βέβαια παίζαμε στα δρομάκια που ήταν ήσυχα, δεν περνούσαν παρά που και που αυτοκίνητα. Παίζαμε τόπι, αλλά το φτιάχναμε εμείς από παλιοκούρελα.
Και βέβαια είχαμε κούκλες. Κούκλες, από παλιόπανα. Κούκλες που κάποια γιαγιά μας είχε φτιάξει. Γιατί, θεέ μου, είχαμε τότε και γιαγιάδες! που μας κανάκευαν, μας πρόσεχαν, μας έφτιαχναν φανταχτερά παιχνίδια και μας έλεγαν παραμύθια.
Και βέβαια εύκολο ήτανε με δυο καλάμια να κάνουμε τσιλίκι, με μια κιμωλία τριμμένη να φτιάξουμε τετράγωνα στον ίσιο δρόμο και να παίξουμε κουτσό, ένα σχοινί μπουγάδας βρισκότανε για να το στριφογυρίζουμε και να το πηδάμε.
Αυτά ήταν τα καθημερινά μας παιχνίδια. Γιατί ο μοναδικός Άγιος Βασίλης θα έφερνε το "έξτρα" να πούμε το ονειρεμένο, το φανταστικό, το δώρο το δικό του. Όταν βλέπαμε ένα κουρντιστό τραινάκι -πού τότε τα ηλεκτρονικά!- μια πολύχρωμη σβούρα, μια πραγματική κούκλα στο μεγάλο μαγαζί και θερμοπαρακαλούσαμε να μας τα αγοράσουν, έλεγαν οι μεγάλοι "Υπομονή, θα 'ρθούνε οι γιορτές". Αναστενάζαμε, μετρούσαμε τους μήνες, πόσοι μας μένουν μέχρι τότε.
Λοιπόν σαν ήμουν παιδί ονειρευόμουνα τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Η ατμόσφαιρα στο σπίτι είχε αλλάξει. Ασπρίσματα, καθαρίσματα, γλυκά φτιαγμένα από τη μητέρα, κουραμπιέδες με το αμύγδαλο που σπάζαμε εμείς τα παιδιά, μελομακάρονα που μπροστά στα μάτια μας πέφταν στο πετιμέζι, μυρουδιές...Νηστεύαμε, δεν τρώγαμε από τα γλυκά που ετοιμάζονταν. Αναμονή και παραμύθι. Γιατί η γιαγιά σαν παραμύθι μας μίλαγε για τα Χριστούγεννα. Κι ήταν μια σκάλα. Κι επάνω στη σκάλα ανεβοκατέβαιναν Άγγελοι. Μεγάλοι Άγγελοι μ' ασημένια φτερά, μικροί Άγγελοι, με μαλλιά σγουρά μεταξένια. Κοιτάζαμε το μικρό αδελφάκι μας, έτσι είχε τα μαλλιά του σγουρά και μεταξένια. Λες να ήταν ένας τοσοδούλης άγγελος. Και τραγουδούσανε και ψέλνανε οι Άγγελοι, συνέχιζε η γιαγιά καθώς πασπάλιζε με άχνη ζάχαρη τους κουραμπιέδες.
Και το άλλο μας έλεγε η γιαγιά :
- Ο Άγιος Βασίλης δουλεύει όλη τη χρονιά με τους μαστόρους του. Νύχτα-μέρα δουλεύει. Φτιάχνει παιχνίδια για να τα δώσει στα παιδιά. Κι όταν κοντεύουν οι μέρες, τα φορτώνει στο έλκηθρο του, βάζει βαθιά-βαθιά το κόκκινο σκουφί του, φοράει τα μεγάλα και ζεστά του γάντια, τις μαύρες γούνινες μπότες του και ξεκινάει. Τάραντοι δώδεκα και δώδεκα κι άλλοι δώδεκα σέρνουν το βαρυφορτωμένο έλκηθρο του. Θυμάμαι και νοσταλγώ. Σήμερα δεν υπάρχουν πια γιαγιάδες αυτού του είδους. Οι γιαγιάδες δεν μένουν μαζί μας, είναι μοντέρνες γιαγιάδες, που δεν ξέρουν να μιλούν για τα Χριστούγεννα, για τον Άη Βασίλη.
Σε πολλά σπίτια δεν κάνουνε πια γλυκά. - Τι να τα κάνεις; Φασαρία είναι. Παίρνεις ένα-δυό κιλά απ' το ζαχαροπλαστείο, ξεμπερδεύεις, στους δρόμους κυκλοφορούν πάρα πολλά αυτοκίνητα, τα παιδιά δεν παίζουν. Βουβά, βλέπουν τηλεόραση.
Τα φύλλα των εφημερίδων μιλούν για Χριστούγεννα, άδεια από Χριστό. Η τηλεόραση έχει χορευτικά σώου και ανόητα νούμερα. Τις γιορτινές μέρες δεν τις λένε καν χριστουγεννιάτικες. Η οικογένεια χωρίζει, δε σμίγει. Οι γονείς πάνε εκδρομή. Τα μεγάλα παιδιά πάνε σε "χριστουγεννιάτικα ρεβεγιόν".
Το λινό τραπεζομάντηλο που έστρωνε η μάνα μου αυτή τη μέρα μένει σαν αντίκα στο συρτάρι. Και η "ειρήνη", μια λέξη-καραμέλα, βρίσκεται ξεκομμένη από τον χορηγό της.
Σέρνεται στους δρόμους, γράφεται σε πλακάτ, γίνεται σύνθημα, γίνεται το "απολεσθέν" αντικείμενο, γίνεται η παραστρατημένη κόρη, η χωρίς γονιούς, το έκθετο. Και ο "ευρών αμοιφθήσεται!"
Και ο Άη Βασίλης ; Εκείνος εξακολουθεί όλη τη χρονιά να φτιάχνει δώρα. Δώρα όμως περίεργα. Δηλαδή, αν κρίνεις από αυτά που γέμισαν την αγορά και τις βιτρίνες, ο Άγιος της αγάπης και της προσφοράς έγινε, ούτε λίγο ούτε πολύ, πολεμοκάπηλος.
Κατασκευάζει τάνκς, στρατιωτάκια, πυραύλους, πιστόλια. Τα πολεμικά παιχνίδια τα χρεώνουμε στον Άη Βασίλη κι αυτός θαρθεί το τελευταίο βράδυ του χρόνου, θα φιλήσει το κάθε παιδί και θα του ψιθυρίσει:
- Καλή χρονιά, παιδί μου! Η ατομική βόμβα που βλέπεις είναι δική σου.
Λοιπόν, σαν ήμουνα παιδί, ονειρευόμουνα, ξύπνια και κοιμισμένη, τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά. Τώρα θέλω να κλείνω τα μάτια μου και να ονειρεύομαι πως έπαιζα με κείνη την πάνινη μπάλα μου, πως γύριζα για να δω το σωρό με τους άσπρους κουραμπιέδες, να μυρίσω τις ευωδιές που πλημμυρίζουν όλα τα μέρη του σπιτιού, ν' ακούσω τη γιαγιά:
- Κι ήταν μια σκάλα. Μια χρυσή, ολόχρυση σκάλα. Κι επάνω της ανεβοκατέβαιναν Άγγελοι μ' ασημένια φτερά.
Χριστούγεννα με Χριστό ποθώ τώρα να βρω μέσα στα όνειρα μου. Και τον Άη Βασίλη να ετοιμάζει για μένα μια κούκλα.
Να μη μιλά, να μην περπατά, δεν πειράζει. Μια κούκλα που θα χαμογελάει. Μια κούκλα χωρίς το κομμωτήριο της ή τον... φίλο της.
Της Γαλάτειας Γρηγοριάδου-Σουρέλη
Ο Αληθινός φίλος . . . .
Ο Αληθινός φίλος . . . .
(Α) λλοιώνει το θυμό σου
(Β) οηθάει όποτε και όταν τον χρειαστείς
(Γ) αληνεύει τις ταραχές σου
(Δ) ωρίζει ακατάπαυστα πράγματα και συναισθήματα
(Ε) λευθερώνει αισθήματα αγάπης και χαράς
(Ζ) ωντανεύει την ζωή σου
(Ή) λιος είναι σε περιόδους θλίψεων
(Θ) υσίες κάνει για να σ΄έχει στο πλευρό του
(Ι) λαρότητα εκπέμπει όταν σε κοιτάει
(Κ) ολυμπάει στις τρικυμίες της ζωής μαζί σου
(Λ) ιώνει την μοναξιά απο την ζωή σου
(Μ) οιράζεται τα όνειρα μαζί σου
(Ν) ιώθει τον πόνο σου
(Ξ) εχνάει την άσχημη συμπεριφορά σου
(Ο) ραματίζεται την πληρότητα σου
(Π) ροσφέρει την καρδιά του
(Ρ) ωμαλαία σε υπερασπίζεται
(Σ) υγχωρεί τα λάθη σου
(Τ) ρέφει το πνεύμα σου
(Υ) πολογίζει σε εσένα
(Φ) ωνάζει όταν δεν θέλεις να ακούσεις
(Χ) αίρεται όταν προοδεύεις
(Ψ) ηλά κοιτά για να σε συναντήσει
(Ω) ! φίλε της καρδιάς μου , πόσο στ΄ αλήθεια κοντά Στο Θεό κατοικείς ( ; ) ! ....
(Το αλφαβητάρι της φιλίας από τον αρχιμανδρίτη Δαμιανό Ζαφείρη)
(Α) λλοιώνει το θυμό σου
(Β) οηθάει όποτε και όταν τον χρειαστείς
(Γ) αληνεύει τις ταραχές σου
(Δ) ωρίζει ακατάπαυστα πράγματα και συναισθήματα
(Ε) λευθερώνει αισθήματα αγάπης και χαράς
(Ζ) ωντανεύει την ζωή σου
(Ή) λιος είναι σε περιόδους θλίψεων
(Θ) υσίες κάνει για να σ΄έχει στο πλευρό του
(Ι) λαρότητα εκπέμπει όταν σε κοιτάει
(Κ) ολυμπάει στις τρικυμίες της ζωής μαζί σου
(Λ) ιώνει την μοναξιά απο την ζωή σου
(Μ) οιράζεται τα όνειρα μαζί σου
(Ν) ιώθει τον πόνο σου
(Ξ) εχνάει την άσχημη συμπεριφορά σου
(Ο) ραματίζεται την πληρότητα σου
(Π) ροσφέρει την καρδιά του
(Ρ) ωμαλαία σε υπερασπίζεται
(Σ) υγχωρεί τα λάθη σου
(Τ) ρέφει το πνεύμα σου
(Υ) πολογίζει σε εσένα
(Φ) ωνάζει όταν δεν θέλεις να ακούσεις
(Χ) αίρεται όταν προοδεύεις
(Ψ) ηλά κοιτά για να σε συναντήσει
(Ω) ! φίλε της καρδιάς μου , πόσο στ΄ αλήθεια κοντά Στο Θεό κατοικείς ( ; ) ! ....
(Το αλφαβητάρι της φιλίας από τον αρχιμανδρίτη Δαμιανό Ζαφείρη)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)